Για την ονομασία των αγροτικών προϊόντων που προέρχονται από βιολογική καλλιέργεια, χωρίς χρήση χημικών ουσιών, έχει καθιερωθεί o όρος «οργανικά» στην Αγγλική γλώσσα αντί του όρου «βιολογικά» που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα. Εξετάζοντας την προέλευση του όρου «οργανικός» θα διαπιστώσουμε ότι είναι ουσιαστικά αδόκιμος διότι δεν αναφέρεται στα βιολογικά προϊόντα αυτά καθεαυτά, αλλά στα λιπάσματα που χρησιμοποιούνται για την καλλιέργειά τους.
Σύμφωνα με την επιστήμη της Χημείας, οργανικές είναι οι χημικές ενώσεις που περιέχουν άνθρακα, σε αντίθεση με τις ανόργανες. Στις οργανικές ενώσεις στηρίζεται το φαινόμενο της ζωής στη γη.
Ο οργανικός άνθρακας του εδάφους είναι πηγή τροφής για τα φυτά και συμβάλλει στη βιοποικιλότητα του εδάφους, είναι δε ο κυριότερος παράγοντας γονιμότητάς του. Έχει επίσης την ικανότητα να συγκρατεί μέσα του πολύ νερό, έτσι ώστε τα πλούσια σε οργανικό άνθρακα εδάφη να έχουν καλύτερη δομή.
Η μείωση του οργανικού άνθρακα προκαλείται από διάφορους λόγους είτε φυσικούς είτε ανθρωπογενείς. Τα οργανικά λιπάσματα, πλούσια σε ενώσεις του άνθρακα, χρησιμοποιούνται για την αποκατάσταση του οργανικού άνθρακα σε εδάφη που υπάρχει μείωση λόγω της αγροτικής καλλιέργειας. Με αυτό τον τρόπο τα φυσικά συστατικά του εδάφους εμπλουτίζονται , η διατροφή των καλλιεργούμενων φυτών ενισχύεται και δεν είναι απαραίτητη η προσθήκη χημικών, συνθετικών λιπασμάτων.
Άρα λοιπόν ο όρος «οργανικός» αναφέρεται αποκλειστικά στα λιπάσματα που χρησιμοποιούνται στις βιολογικές καλλιέργειες και όχι στα παραγόμενα προϊόντα καθεαυτά. Αντ’αυτού στην Ελληνική γλώσσα χρησιμοποιείται ο όρος «βιολογικός» που σημαίνει σχετικός με τους ζωντανούς οργανισμούς. Κατ’επέκταση βιολογικά προϊόντα είναι αυτά που καλλιεργούνται με σεβασμό στις βιολογικές σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και χωρίς τη χρήση χημικών για τη θρέψη των φυτών και την προστασία τους.